Στης ψυχής το έρεβος

Μη περιμένετε σε αυτό το blog να διαβάσετε αλήθειες και πραγματικά γεγονότα με αντικειμενική ματιά. Για την κάλυψη των παραπάνω αναγκών υπάρχουν τόσοι φωστήρες που μπορούν να σας εξυπηρετήσουν. Εδώ ζουν μονάχα σκόρπιες σκέψεις και ανυπόστατοι προβληματισμοί!

Πέμπτη 22 Μαΐου 2014

Τα κορδόνια

«Ήτανε ένα ζεστό και περιέργως ήσυχο μεσημέρι του Νοεμβρίου...»

-Τι χαζός τρόπος για να ξεκινήσει κάποιος μια ιστορία! Γιατί δεν μπαίνεις κατευθείαν στο θέμα;
-Καλά, καλά.

«Εκείνος έδεσε πρόχειρα τα κορδόνια των παπουτσιών του. Χτένισε δεξιά την χωρίστρα του έτσι όπως είχε μάθει από την μάνα του. Συλλογίστηκε τον ωραίο καιρό, τι κι αν το φθινόπωρο τελείωνε.»

-Γιατί δεν αφήνουμε τις σάλτσες; Ποια είναι η ιστορία;
-Κάθε ιστορία δένει καλύτερα όταν γνωρίζεις τις απαραίτητες λεπτομέρειες. Αυτό που αποκομίζεις προκύπτει κυρίως από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και όχι από αυτό κάθε αυτό το θέμα της ιστορίας! Λοιπόν...

«Καβάλησε το μηχανάκι του χωρίς να φοράει κράνος και έφυγε για μια μεγάλη βόλτα. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να μην εκμεταλλευτεί τον ωραίο καιρό, αφού τις προηγούμενες μέρες όλο φυσούσε κι έβρεχε. Όσα περισσότερα χιλιόμετρα έκανε τόσο πιο χαρούμενος αισθανόταν. Σαν να ήταν η ψυχοθεραπεία του το να ισορροπεί σε δυο τροχούς! Προσπερνούσε πεζούς και οχήματα. Κτήρια και τοπία. Ευφορία τον είχε πλημμυρίσει. Αλλά δεν ήξερε τι θα επακολουθούσε.»

-Τι θα ακολουθούσε;
-...

«Δροσερός αέρας φυσούσε το πρόσωπό του. Κι εκείνος απολάμβανε την κάθε στιγμή. Μέχρι που πρόσεξε ένα κόκκινο λαμπάκι στο καντράν. Η βενζίνη τελείωνε. Για πόσο να είχε οδηγήσει; Η αίσθηση του χρόνου είχε χαθεί. Τότε συνειδητοποίησε ότι διψούσε.»

-Τι πρωτότυπο... Κι έμεινε στην ερημιά να πεθάνει από την δίψα ή να τον φάνε οι λύκοι, επειδή απόλαυσε μερικές στιγμές στη ζωή του; Έλεος!
-Έχε υπομονή και μη με ξαναδιακόψεις σε παρακαλώ, αν θέλεις να ολοκληρώσω την ιστορία κόρη μου.

«Σταμάτησε στο πρώτο βενζινάδικο που βρήκε. Η ώρα ήταν προχωρημένη. Ο ουρανός φορούσε τα αστέρια του. Κι εκείνος μπήκε στο διπλανό παντοπωλείο για ένα μπουκάλι νερό. Κατευθύνθηκε προς το ψυγείο που ήταν πίσω από έναν πάγκο. Μέσα στο κατάστημα υπήρχαν άλλα δύο άτομα εκτός από τον μαγαζάτορα. Πριν ανοίξει να πάρει το νερό είδε ότι είχαν λυθεί τα κορδόνια του, και έσκυψε να τα δέσει. Καθώς τα έδενε άκουσε φασαρία από την μεριά της πόρτας. Στην αρχή δεν έδωσε σημασία αλλά όταν η ένταση αυξήθηκε αισθητά πετάχτηκε όρθιος για να δει τι συμβαίνει. Και τότε κάποιος τον πυροβόλησε. Τα μάτια του συνάντησαν αυτά του τρομαγμένου ληστή. Κι ο ίδιος το τελευταίο πράγμα που ένιωσε ήταν ένα κενό στα σωθικά του. Έπεσε νεκρός στο δάπεδο. Τέλος.»

-Παραμύθι το λες εσύ αυτό ρε μπαμπά;
-Όχι. Αλλά αυτή είναι η ζωή. Τώρα γρήγορα για ύπνο.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου